Φεβρουάριος 2018

Πες μου πως δεν είναι ακόμη αργά, μπαμπά!

Μεγαλώνω μπαμπά, μεγαλώνω απότομα. Γερνάω, φθείρομαι, αναλώνομαι συνεχώς. Κοιτάζω το είδωλό μου στον καθρέφτη κι αυτό το έρμο σου μοιάζει κάθε μέρα και πιο πολύ. Η ζωή μου έχει πάψει να μοιάζει με παιχνίδι. Μου έγινε πλέον συνήθεια να ναυαγώ. Να ακροβατώ σε ένα σκοινί τρεμάμενο και να ισορροπώ ανάμεσα

Κι αν ήρθες για να μείνεις, κάνε λιγάκι υπομονή

Σου έχει τύχει ποτέ να εμφανιστεί ένας άνθρωπος από το πουθενά και να κάνει ό,τι μπορεί για να σε ανασύρει και πάλι στο φως; Να μηδενίσει αποστάσεις, να ακυρώσει δυσκολίες και να κάνει ένα σωρό υπερβάσεις χωρίς να του έχεις δώσει τον παραμικρό λόγο; Σου έχει τύχει ποτέ να προσπαθείς

Κι αν κάτι τώρα σου ζητώ, είναι μονάχα η απουσία σου!

  Και τώρα που εξάλειψα και τα τελευταία σου υπολείμματα απ’ την ψυχή και το κορμί μου· τώρα που η άψυχη φιγούρα σου έπαψε να κυκλοφορεί στη σκέψη μου σαν την άδικη κατάρα· τώρα που η αλαζονεία και η πλεονεξία σου σταμάτησαν να μολύνουν τη διάθεση και τον ψυχισμό μου,

“Η γλώσσα κόκκαλα δεν έχει και κόκκαλα τσακίζει”

“Η γλώσσα κόκκαλα δεν έχει και κόκκαλα τσακίζει”. Παλιό λαϊκό ρητό που παρέμεινε αναλλοίωτο στο πέρασμα του χρόνου και χρησιμοποιείται κάθε λίγο και λιγάκι σε συζητήσεις για να περιγράψει τη δύναμη αλλά και τις καταστροφικές ικανότητες του λόγου. Αυτός ήταν ανέκαθεν ο συνδετικός κρίκος των πολιτισμών, αλλά και η φλόγα