Σχέσεις

Κι όμως μάτια μου, ο αμοιβαίος έρωτας είναι ο μοναδικός αυτοσκοπός

Γράφουν η Φλώρα Πέππα και ο Χατζηκυριάκου Παντελής Σε ερωτεύτηκα με το μυαλό, το κορμί και την καρδιά. Με αυτήν ακριβώς τη “δύστροπη” σειρά. Τόση αρμονία, θαρρείς και άκουγα μια φούγκα του Μπαχ, που πάντα θα πληγώνει τα αυτιά των ανίδεων, μα πάντα θα λυτρώνει την ύπαρξη των γνωστικών. Αυτών

Φταις, που κοιτώντας το δάκρυ σου αναζητώ τον σκοπό του

Φταις. Φταις που κι εγώ προσπαθώ μα δεν μπορώ με τίποτα να θυμηθώ πώς ένιωθα τότε. Φταις που αδυνατώ να νιώσω έστω και στο ελάχιστο τα ερεθίσματα εκείνα που με κατέκλυζαν οδηγώντας με σταδιακά στη συναισθηματική νέκρωση. Φταις, που βλέπω πια το δάκρυ στα μάτια σου και αντί για την

Ταξιδεύοντας με τη φωτογραφία σου

Και κάπως έτσι, άλλο ένα σούρουπο με βρήκε ξεχασμένο πάνω από τη φωτογραφία σου. Να την ψηλαφίζω, να της μιλώ και τελικά να ξημερώνομαι μαζί της. Που να με πάρει η ευχή, όσα χρόνια κι αν πέρασαν, δεν κατάφερα ποτέ να αλλάξω αυτή μου τη συνήθεια. Δεν μπόρεσα λεπτό να

Τα αρχικά μας

Έχεις αφήσει τα αρχικά μας αποτυπωμένα ανεξίτηλα σε εκείνο το παλιό παγκάκι στα κάστρα να μαρτυρούν την ανωριμότητα και την ξεροκεφαλιά σου. Δύο λέξεις που σηματοδότησαν μια εποχή ολόκληρη. Δύο ονόματα, στη θέα των οποίων αναπαράγονται αναμνήσεις, σχέδια και υποσχέσεις που ακόμα και ο καιρός αρνήθηκε να σβήσει. Αψευδείς μάρτυρες

Μην μπερδεύεις τη μοναχικότητα με την απόρριψη

Δεν μπόρεσες ποτέ σου να παραδεχτείς, ότι το δικαίωμα του να είσαι η εξαίρεση και όχι ο κανόνας, έπαψε να σου δίνεται τη στιγμή που έγινες η ίδια ο κανόνας και εξάλειψες και την τελευταία πιθανότητα για εξαίρεση. Δε θέλησες ποτέ σου να καταλάβεις, ότι η μοναξιά αυτή που πραγματεύεσαι

Γιατί τελικά η μόνη μου καλή συνήθεια, ήσουν εσύ!

Ο φετινός Σεπτέμβρης δε θα θυμίζει κάποιον προηγούμενο και το ερχόμενο καλοκαίρι θα έχει μια γεύση πιο αλμυρή από κάθε άλλη φορά. Η προσμονή δε θα αντηχεί στον ήχο των κυμάτων και η δροσερή σκέψη του φθινοπώρου δε θα με ανακουφίζει από την ασφυκτική κουφόβραση. Για κάποιον που συνήθισε να

Σβήνοντας το όνομά σου απ’ τις λέξεις μου

Και τώρα που ο καιρός πέρασε και ο θυμός καταλάγιασε, έλα να σου πω δυο αλήθειες. Να σου εκμυστηρευτώ μερικά πράγματα απαλλαγμένος από οποιαδήποτε εμπάθεια κι εμμονή. Εκείνο που δεν κατάλαβες ποτέ, είναι πως το να διακρίνεις το όνομά σου ανάμεσα στις λέξεις μου, μόνο κατάρα δεν ήταν. Δεν προέβλεψες

Αν δεν εκτιμήσεις η ίδια τον εαυτό σου, δε θα το κάνει κανείς

Ολόκληρη η ζωή σου ένα φθηνό αλισβερίσι. Ένα σκέτο πάρε – δώσε σε ένα ιδρωμένο σεντόνι που διαρκεί τόσο όσο το αναφιλητό που στοιχειώθηκε στα χείλη σου. Μια άχρωμη και άοσμη καθημερινότητα που σκοτεινιάζει πάντα με έναν επίπονο απολογισμό. Ένας βιαστικός και αδιάφορος αγώνας δρόμου, που σε οδηγεί πάντα στο

Σε αφήνω μόνη σου στη φυλακή που έχτισες

Και κάπως έτσι, απόψε παραιτούμαι. Εγκαταλείπω και την τελευταία μου προσπάθεια να σε πείσω για έναν κόσμο που από την αρχή είχες απορρίψει. Να ψάχνω τρόπο για να τρυπώσω στους διαδρόμους του μυαλού σου και να βάλω σε τάξη το χάος που επικρατεί. Θα σε αφήσω παγιδευμένη στη φυλακή που

Εκείνοι που έχουν το συναίσθημα πυξίδα και τον πόνο για οδηγό

Από τα τόσα στερεότυπα που ανακυκλώνονται σε συζητήσεις μέσα από δογματικά διαγγέλματα· από τις εξυπνάδες αυτές που αναπαράγονται σωρηδόν γεμίζοντας στήθη με έπαρση κι αλαζονεία· από τους άγραφους εκείνους κανόνες που αφιλτράριστα ενστερνίστηκαν κάποιοι και τους έκαναν μανιέρα, εμένα με εύρισκε πάντα αντίθετο η θεωρία που καθιστούσε την ευαισθησία μια