Φεύγω για να γυρίσω!

Post Views: 8

Γύρισα λίγο αργά εχθές στο σπίτι, αλλά αυτή τη φορά, δε με περίμενε κανείς. Ανοίγοντας την πόρτα, ένα ερέθισμα διέγειρε ηδονικά την όσφρησή μου. Διέσχισα βιαστικά το διάδρομο για την κουζίνα, γιατί νόμιζα ο αφελής πως θα σε δω και πάλι εκεί, να στέκεσαι και να μου μαγειρεύεις. Δε θα σου έλεγα τίποτα. Απλώς, θα σε πλησίαζα αθόρυβα και θα έδενα για λίγο τα χέρια μου γύρω από τη μέση σου. Θα σε αγκάλιαζα σφιχτά και θα βύθιζα το πρόσωπό μου στο λαιμό σου, μέχρι να βεβαιωθώ για την παρουσία σου. Μέχρι να μεθύσω από το λατρεμένο σου άρωμα, και στη συνέχεια, να σφραγίσω τα χείλη μου ευλαβικά επάνω στα δικά σου. Για αυτό το φιλί περίμενα τη μισή μου μέρα θησαυρέ μου. Ήταν ο λόγος και το κίνητρο που έκανε τις ώρες μου μακριά σου να κυλούν τόσο γλυκά.

Στη συνέχεια, άνοιξα διάπλατα κάθε παράθυρο του σπιτιού ώστε να φωτιστεί και η τελευταία του γωνιά. Αυτό συνήθιζες να κάνεις κι εσύ μόλις ξυπνούσες. Βγήκα στο μπαλκόνι κι έμεινα για μερικά λεπτά μαρμαρωμένος στη θέα που λάτρευες να αγναντεύεις πίνοντας τον καφέ σου. Μου έγινε πια συνήθεια βλέπεις να αναπαράγω ό,τι αγαπούσες. Έχω την εντύπωση πως έτσι σε μαθαίνω ακόμα πιο καλά. Πως κατά κάποιο τρόπο, γίνομαι και πάλι μέρος της καθημερινότητάς σου. Πως αν και χώρια, ταξιδεύουμε ακόμη μαζί.

Λίγο μετά, γύρισα στο σαλόνι και άφησα την τηλεόραση να παίζει δυνατά. Όχι ότι είχα σκοπό να παρακολουθήσω οτιδήποτε. Όλες μου οι αισθήσεις έχουν ξεμείνει συντονισμένες στη δίνη της απουσίας σου. Είχα όμως την ανάγκη να ακούσω κάτι. Έναν ήχο, έναν οποιονδήποτε θόρυβο που θα σκότωνε αυτή την εκκωφαντική ησυχία που με πνίγει από τη μέρα που έφυγες. Από το μεσημέρι εκείνο, που κλείνοντας την πόρτα πίσω σου πήρες μαζί σου και το τελευταίο απόσταγμα ζωής από αυτό εδώ το σπίτι. Κάθισα λοιπόν στον καναπέ κι έμεινα για λίγο να χαζεύω το κενό. Να βλέπω τη φιγούρα σου να πηγαινοέρχεται στους διαδρόμους του σπιτιού και να μου χαμογελάει. Πάντα μου χαμογελούσες. Δεν έχεις ιδέα πόσες εικόνες έχουν αποτυπωθεί στη σκέψη μου από το τρελό εκείνο δίμηνο που μοιραστήκαμε εδώ μέσα. Φαντασιώσεις, που όλες τους ξεκινούν και τελειώνουν με τη μορφή σου. Θύμησες, που μέρα και νύχτα σε κρατάνε κοντά μου.

Όταν πια άνοιξα τα μάτια μου, είχε κιόλας βραδιάσει. Να μπορούσες να καταλάβεις πόσο γρήγορα περνάει ο χρόνος μακριά σου… Είχε φτάσει η στιγμή για την οποία καρτερούσαμε ολόκληρη την ημέρα. Λίγο καιρό πριν τέτοια ώρα, θα σε έπαιρνα από το χέρι και θα πηγαίναμε αγκαλιά στην κρεβατοκάμαρα μέχρι να μας βρει και πάλι η αυγή σφιχταγκαλιασμένους και αποκαμωμένους. Εσένα, αποκοιμισμένη στο στήθος μου να αρμενίζεις ξέγνοιαστη σε πέλαγα τρελά, κι εμένα, ξύπνιο από νωρίς, να σου χαϊδεύω τα μαλλιά και να ευχαριστώ το Θεό που για άλλη μια φορά με αξίωσε να ξημερωθώ κοντά σου.

Αυτή τη φορά όμως το χάραμα με βρήκε ολομόναχο. Κατάκοπο, βυθισμένο από νωρίς στο μαξιλάρι σου, να ταξιδεύω όλη τη νύχτα ναρκωμένος από τη μυρωδιά σου. Το ξημέρωμα πια, τα σεντόνια είχαν κουβαριαστεί στα πόδια μου θαρρείς και πάλευα όλο το βράδυ με την απουσία σου. Άνοιξα τα μάτια μου και αγκάλιασα ενστικτωδώς το κενό. Ήταν ακόμη εκεί… Το μοναδικό πράγμα που έμεινε να μου δίνει δύναμη, κουράγιο κι ένα λόγο να συνεχίσω να χαμογελώ. Εκείνο το σημείωμα που άφησες να μου κρατάει συντροφιά μέχρι να επιστρέψεις. Δυο – τρεις αράδες, που μέσα τους έκλειναν όλη την ομορφιά, όλη την προσμονή και όλα τα κίνητρα του κόσμου. “Φεύγω για να γυρίσω”, μου γράφεις. Δίπλωσα και πάλι το γράμμα, το φίλησα και το άφησα με περίσσια προσοχή κάτω από το μαξιλάρι σου. Εισέπνευσα καθαρή και ατόφια την αισιοδοξία, χαμογέλασα, και βγήκα εκεί έξω να κυνηγήσω μια καλύτερη ζωή.

Χατζηκυριάκου Παντελής

Post Views: 8

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *