Τα αρχικά μας

Έχεις αφήσει τα αρχικά μας αποτυπωμένα ανεξίτηλα σε εκείνο το παλιό παγκάκι στα κάστρα να μαρτυρούν την ανωριμότητα και την ξεροκεφαλιά σου. Δύο λέξεις που σηματοδότησαν μια εποχή ολόκληρη. Δύο ονόματα, στη θέα των οποίων αναπαράγονται αναμνήσεις, σχέδια και υποσχέσεις που ακόμα και ο καιρός αρνήθηκε να σβήσει. Αψευδείς μάρτυρες

Πορεύσου το Γολγοθά σου με αξιοπρέπεια και αυταπάρνηση

Και κάπως έτσι, κλήθηκες να υποστείς την προσωπική σου σταύρωση και να βιώσεις κι εσύ την ανάσταση. Να σηκώσεις στους ώμους το Σταυρό των παθών σου και να πορευτείς τον προσωπικό σου Γολγοθά με αξιοπρέπεια και αυταπάρνηση. Ανεξάρτητα από το αν και το πού πιστεύει κανείς, οι άγιες τούτες μέρες

Μην μπερδεύεις τη μοναχικότητα με την απόρριψη

Δεν μπόρεσες ποτέ σου να παραδεχτείς, ότι το δικαίωμα του να είσαι η εξαίρεση και όχι ο κανόνας, έπαψε να σου δίνεται τη στιγμή που έγινες η ίδια ο κανόνας και εξάλειψες και την τελευταία πιθανότητα για εξαίρεση. Δε θέλησες ποτέ σου να καταλάβεις, ότι η μοναξιά αυτή που πραγματεύεσαι

Γιατί τελικά η μόνη μου καλή συνήθεια, ήσουν εσύ!

Ο φετινός Σεπτέμβρης δε θα θυμίζει κάποιον προηγούμενο και το ερχόμενο καλοκαίρι θα έχει μια γεύση πιο αλμυρή από κάθε άλλη φορά. Η προσμονή δε θα αντηχεί στον ήχο των κυμάτων και η δροσερή σκέψη του φθινοπώρου δε θα με ανακουφίζει από την ασφυκτική κουφόβραση. Για κάποιον που συνήθισε να

Σβήνοντας το όνομά σου απ’ τις λέξεις μου

Και τώρα που ο καιρός πέρασε και ο θυμός καταλάγιασε, έλα να σου πω δυο αλήθειες. Να σου εκμυστηρευτώ μερικά πράγματα απαλλαγμένος από οποιαδήποτε εμπάθεια κι εμμονή. Εκείνο που δεν κατάλαβες ποτέ, είναι πως το να διακρίνεις το όνομά σου ανάμεσα στις λέξεις μου, μόνο κατάρα δεν ήταν. Δεν προέβλεψες

Αν δεν εκτιμήσεις η ίδια τον εαυτό σου, δε θα το κάνει κανείς

Ολόκληρη η ζωή σου ένα φθηνό αλισβερίσι. Ένα σκέτο πάρε – δώσε σε ένα ιδρωμένο σεντόνι που διαρκεί τόσο όσο το αναφιλητό που στοιχειώθηκε στα χείλη σου. Μια άχρωμη και άοσμη καθημερινότητα που σκοτεινιάζει πάντα με έναν επίπονο απολογισμό. Ένας βιαστικός και αδιάφορος αγώνας δρόμου, που σε οδηγεί πάντα στο

Μεγαλώνεις όταν πάψεις να ελπίζεις

Γιατί ο άνθρωπος μάτια μου, δε μεγαλώνει όταν τα χρόνια του περάσουν. Κανένα χρονοδιάγραμμα και καμιά προεπιλεγμένη στιγμή δεν κατεβάζει αυτόματα το διακόπτη της παιδικότητας και της ανεμελιάς. Ο άνθρωπος μεγαλώνει όταν παραιτηθεί από το όνειρο και την ελπίδα. Το λεπτό εκείνο που θα σταματήσει να νιώθει και να ζει

Οι άγγελοι αυτοί που ζουν ανάμεσά μας

Γιατί εκείνοι οι άνθρωποι ενσαρκώνουν κάθε έννοια αυταπάρνησης και ανιδιοτέλειας. Ψυχές που βλέποντας στα μάτια τους ταξιδεύεις στην καρδιά τους. Πρόσωπα αστραφτερά, που με το αυθόρμητο χαμόγελο και το μελαγχολικό τους βλέμμα απαντούν σε κάθε αδικία και κάθε κακοτοπιά. Πάντα με έλκυαν οι προσωπικότητες αυτές. Μου έδιναν την εντύπωση πως

Σε αφήνω μόνη σου στη φυλακή που έχτισες

  Και κάπως έτσι, απόψε παραιτούμαι. Εγκαταλείπω και την τελευταία μου προσπάθεια να σε πείσω για έναν κόσμο που από την αρχή είχες απορρίψει. Να ψάχνω τρόπο για να τρυπώσω στους διαδρόμους του μυαλού σου και να βάλω σε τάξη το χάος που επικρατεί. Θα σε αφήσω παγιδευμένη στη φυλακή

Εκείνοι που έχουν το συναίσθημα πυξίδα και τον πόνο για οδηγό

Από τα τόσα στερεότυπα που ανακυκλώνονται σε συζητήσεις μέσα από δογματικά διαγγέλματα· από τις εξυπνάδες αυτές που αναπαράγονται σωρηδόν γεμίζοντας στήθη με έπαρση κι αλαζονεία· από τους άγραφους εκείνους κανόνες που αφιλτράριστα ενστερνίστηκαν κάποιοι και τους έκαναν μανιέρα, εμένα με εύρισκε πάντα αντίθετο η θεωρία που καθιστούσε την ευαισθησία μια