Κι αν τελικά έφυγα από τη ζωή σου, από τη δική μου δεν έφυγες ποτέ!

Χαμηλός φωτισμός, λίγη μουσική από τον αγαπημένο μας σταθμό και τα χέρια μας άρρηκτα μπλεγμένα το ένα μέσα στο άλλο. Είναι φορές που δε χρειάζεσαι πολλά για να νιώσεις ευτυχισμένος. Ήταν αργά, σε λίγο θα αποχωριζόμασταν. Θα άνοιγες την πόρτα του αυτοκινήτου μου και θα χανόσουν σιγά – σιγά μέσα

Για να ξεχάσω εσένα, έχασα εμένα!

Και τώρα λοιπόν που το ποτήρι ξεχείλισε, ήρθε η ώρα να το παραδεχτώ. Από σήμερα μπορείς να μετράς ακόμα μία νίκη. Ναι, καλά κατάλαβες. Σε εξαφάνισα από τη ζωή μου, εξάλειψα και τα τελευταία σου υπολείμματα από μέσα κι από πάνω επάνω μου, κι όμως· για να το κάνω αυτό

Όποιος δεν θυμάται το παρελθόν του είναι καταδικασμένος να το ξαναζήσει

Αγαπητέ νεοέλληνα. Αυτό το κείμενο γράφτηκε για εσένα. Για εσένα που απέχεις συνειδητά από ημέρες σαν τη σημερινή με το πρόσχημα ότι η πατρίδα σου έχει πάψει να σε κάνει να νιώθεις περήφανος. Για εσένα που εύχεσαι να ζούσες οπουδήποτε εκτός της Ελλάδας του 2018, η οποία με τη γενικότερη

Ενός λεπτού σιγή για όσους φοβήθηκαν τον έρωτα

“ Θα γυρίσει αλλού τις χαρακιές Της παλάμης, η Μοίρα, σαν κλειδούχος Μια στιγμή θα συγκατατεθεί ο Καιρός Πως αλλιώς, αφού αγαπιούνται οι άνθρωποι Θα παραστήσει ο ουρανός τα σωθικά μας Και θα χτυπήσει τον κόσμο η αθωότητα Με το δριμύ του μαύρου του θανάτου ” Οι ανάσες έβγαιναν κοφτές

Είθε να αναστήσουμε εμείς τα ξεθωριασμένα σου χρώματα

  Γη μου. Σκοτείνιασες και πάλι. Μαζεύτηκαν τα σύννεφα. Μύρισε η βροχή. Για ποια ιστορική συνάντηση με τη μοίρα σου χαράζεις; Πατρίδα μου. Χρόνια τώρα έρμαιο φθηνών ανθρώπων που δεν μπόρεσαν να σηκώσουν τη βαριά σου ιστορία στις πλάτες τους και τη βεβήλωσαν. Την απαξίωσαν, τη διαπραγματεύθηκαν και τελικά την

Γιατί μια ζωή χωρίς γυναίκες, θα ήταν μια ζωή άδεια!

8 Μαρτίου: Η παγκόσμια ημέρα της γυναίκας. Ένα ιστορικό γεγονός, οι ρίζες του οποίου εντοπίζονται κάπου στα μέσα του 19ου αιώνα στις ΗΠΑ, όταν κάποιες εργάτριες κλωστοϋφαντουργίας προχώρησαν σε μια μαζική εκδήλωση διαμαρτυρίας ζητώντας καλύτερες συνθήκες εργασίας. Έναν περίπου αιώνα αργότερα, η επετειακή καθιέρωση της συγκεκριμένης ημερομηνίας συνετέλεσε στον επαναπροσδιορισμό

Πάμε να φύγουμε τώρα! Τώρα που δε μας χωρίζει κανείς…

Και να ‘μαι και πάλι εδώ. Απρόσκλητος επισκέπτης στο άβατο του μυαλού σου. Να ρέω σαν καταρράκτης στο καταφύγιο της σκέψης σου και να με ψάχνω παντού. Να αλητεύω σαν δραπέτης στα πιο κρυφά σου μονοπάτια και να με αναζητώ στους λαβύρινθους της ψυχής σου. Να αλωνίζω σαν παιδί στα ημιφωτισμένα καλντερίμια

Πες μου πως δεν είναι ακόμη αργά, μπαμπά!

Μεγαλώνω μπαμπά, μεγαλώνω απότομα. Γερνάω, φθείρομαι, αναλώνομαι συνεχώς. Κοιτάζω το είδωλό μου στον καθρέφτη κι αυτό το έρμο σου μοιάζει κάθε μέρα και πιο πολύ. Η ζωή μου έχει πάψει να μοιάζει με παιχνίδι. Μου έγινε πλέον συνήθεια να ναυαγώ. Να ακροβατώ σε ένα σκοινί τρεμάμενο και να ισορροπώ ανάμεσα

Κι αν ήρθες για να μείνεις, κάνε λιγάκι υπομονή

Σου έχει τύχει ποτέ να εμφανιστεί ένας άνθρωπος από το πουθενά και να κάνει ό,τι μπορεί για να σε ανασύρει και πάλι στο φως; Να μηδενίσει αποστάσεις, να ακυρώσει δυσκολίες και να κάνει ένα σωρό υπερβάσεις χωρίς να του έχεις δώσει τον παραμικρό λόγο; Σου έχει τύχει ποτέ να προσπαθείς

Κι αν κάτι τώρα σου ζητώ, είναι μονάχα η απουσία σου!

  Και τώρα που εξάλειψα και τα τελευταία σου υπολείμματα απ’ την ψυχή και το κορμί μου· τώρα που η άψυχη φιγούρα σου έπαψε να κυκλοφορεί στη σκέψη μου σαν την άδικη κατάρα· τώρα που η αλαζονεία και η πλεονεξία σου σταμάτησαν να μολύνουν τη διάθεση και τον ψυχισμό μου,