Παντελής Χατζηκυριάκου

Και κάπως έτσι, χάθηκα στ’ άγνωστα νερά σου

Είχε πάρει να βραδιάζει κι εγώ βρισκόμουν ακόμη εκεί. Ξεχασμένος, από νωρίς, στην εξώπορτα της πολυκατοικίας να παρακολουθώ την καταιγίδα. Μαρμαρωμένος, κάτω από το ημίφως, βυθισμένος σε συναισθηματικά τέλματα κι επιλογές που ποτέ δε μου βγήκαν. Πόσο καιρό είχα να αφεθώ στην αίσθηση μιας τέτοιας στιγμής; Βλέπεις μικρή μου, μπορεί

Πέθανε ο Θεός

Και τώρα που όλοι εμείς γινόμαστε μάρτυρες αυτού του δράματος, θέλω να μου πει κάποιος υπεύθυνα, ποιος Θεός θα επέτρεπε μια τέτοια κτηνωδία. Θέλω να μου μιλήσει κάποιος όσο γίνεται πιο τεκμηριωμένα, για τη συμπαντική εκείνη δικαιοσύνη που αόρατα και αυτόβουλα μεριμνά και ενεργεί αποκαθιστώντας την ισορροπία και την τάξη.

Για την Ελένη που έφυγε νωρίς

Λένε, πως από όλα τα πλάσματα της γης, το πιο προικισμένο και συγχρόνως καταραμένο είναι ο άνθρωπος. Το είδος εκείνο που εφοδιάστηκε με το προνόμιο της λογικής, της αντίληψης και της συνείδησης. Το μοναδικό ον που διαθέτει επίγνωση των πράξεών του, θέτει στόχους και τους υλοποιεί, γνωρίζει τον πόνο και

Ωδή στα μάτια της

Μη με ρωτάτε γιατί, δεν ήταν δύσκολο να την ξεχωρίσω από το πλήθος. Από τα πρώτα μας κιόλας κοινά λεπτά, αφύπνισε εκείνη την κοιμισμένη μέσα μου φωνούλα που είχε κατασταλεί από τις σειρήνες της συγκαταβατικότητας και του συμβιβασμού. Επανέφερε στα μάτια μου τη λάμψη, στο σώμα μου το τρέμουλο και

Τρία χρόνια διαδικτυακής γραφής: ο αντικειμενικός σκοπός ενός γραφιά

Σεπτέμβριος 2016 – Σεπτέμβριος 2019. Τρία χρόνια διαδικτυακής γραφής. Τρία χρόνια καθημερινής περιήγησης στο διαδίκτυο, περιπετειώδους διείσδυσης στα άδυτα αμέτρητων διαφορετικών ψυχών, αλλά και άγριας συναναστροφής με την αλλόκοτη φάρα των ηλεκτρονικών κειμενογράφων. Φέτος λοιπόν, στο τρίτο ετήσιο απολογιστικό κείμενό μου για τη γραφή, επέλεξα να μην αναλωθώ σε ευχαριστίες,

Το Αυγουστιάτικο φεγγάρι και ο καλοκαιρινός νοτιάς

Και από όλες τις μέρες και τις νύχτες που με στιγμάτισαν και χαράχτηκαν στη μνήμη μου ανεξίτηλα, εγώ έχω ξεχωρίσει εκείνο το καυτό βράδυ του Αυγούστου. Το δικό μας βράδυ. Τη νύχτα εκείνη που αρνηθήκαμε τον κόσμο όλο. Οι δυο μας, ψηλά, στην άκρη του πουθενά, με μόνη μας παρέα

Αδιαφορώντας για το χάος μέσα σου, εξαφανίζεις τον άνθρωπο γύρω σου

Και κάπως έτσι, βρέθηκες για άλλη μια φορά στα ίδια μέρη. Στα γνωστά, τα οικεία και τα μοναχικά. Στα κρεμνά της ύπαρξής σου. Στο ησυχαστήριο της σκέψης και το καθαρτήριο της ψυχής σου. Αγκαλιάζεις υστερικά τη μοναξιά σου και παρακολουθείς τον κόσμο να στενεύει. Να σου περιορίζει το οξυγόνο. Βυθίζεσαι

Όλα ή τίποτα, ζωή μου!

Αγάπη μου, δεν υπήρχε ποτέ περίπτωση να προκαλέσω τη μοίρα μας. Συναισθήματα όπως αυτό που μετά από τόσα χρόνια μου ξυπνάς δε σου χτυπούν καθημερινά την πόρτα, γι’ αυτό και δε θα έπαιζα ποτέ στα ζάρια το μέλλον μου μαζί σου. Δε θα ρίσκαρα ποτέ να μας ξεβράσει το κύμα

Κι όμως μάτια μου, ο αμοιβαίος έρωτας είναι ο μοναδικός αυτοσκοπός

Γράφουν η Φλώρα Πέππα και ο Χατζηκυριάκου Παντελής Σε ερωτεύτηκα με το μυαλό, το κορμί και την καρδιά. Με αυτήν ακριβώς τη “δύστροπη” σειρά. Τόση αρμονία, θαρρείς και άκουγα μια φούγκα του Μπαχ, που πάντα θα πληγώνει τα αυτιά των ανίδεων, μα πάντα θα λυτρώνει την ύπαρξη των γνωστικών. Αυτών

Φταις, που κοιτώντας το δάκρυ σου αναζητώ τον σκοπό του

Φταις. Φταις που κι εγώ προσπαθώ μα δεν μπορώ με τίποτα να θυμηθώ πώς ένιωθα τότε. Φταις που αδυνατώ να νιώσω έστω και στο ελάχιστο τα ερεθίσματα εκείνα που με κατέκλυζαν οδηγώντας με σταδιακά στη συναισθηματική νέκρωση. Φταις, που βλέπω πια το δάκρυ στα μάτια σου και αντί για την